
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός το έβδομο μυθιστόρημα της Τέσυ Μπάιλα, με τίτλο «Λέγε με Ισμαήλ». Στο έργο φιλοτεχνείται ο καμβάς της κοινωνίας του κοσμοπολίτικου και πολυπολιτισμικού Πέρα από το 1955 μέχρι το 1964. Μια ελληνική γειτονιά στην καρδιά της Πόλης, εκεί όπου Έλληνες και Οθωμανοί συνυπάρχουν αρμονικά.
Στις σελίδες του βιβλίου παρουσιάζονται ενδιαφέροντες χαρακτήρες, απλοί καθημερινοί άνθρωποι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους που τους ενώνουν τα όνειρα, η αγάπη, η φιλία και ο έρωτας. Ο Ισμαήλ, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ιδιοκτήτης του καφενείου και ζει με την πληγή της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών με τη Συνθήκη της Λωζάνης. Ο φίλος του Ισμαήλ, ο Ισίδωρος είναι ιδιοκτήτης του ελληνικού βιβλιοπωλείου του Πέρα. Η αρχόντισσα Καλλιάνθη που ζει μαζί με την οικονόμο της, την Μέλπω καλοδέχονται στο σπίτι τους τον Ισμαήλ μετά τον χαμό της μητέρας του, η γρία Γιασεμώ, πρώην τραγουδίστρια βρίσκει συντροφιά και τρυφερότητα στα μάτια ενός αδέσποτου σκύλου δίνοντας του το όνομα Γιουσούφ, ο Ναντίρ που ορέγεται την Ασλίβ, η Εσίν που θα αλλάξει τη μοίρα της.
Η συγγραφέας διαχειρίζεται με δεξιοτεχνία εκείνη την εποχή και μεταφέρει τον αναγνώστη στο κλίμα εκείνης της χρονικής περιόδου. Δεν λείπουν οι ιστορικές αναφορές, όπως τα Σεπτεμβριανά αλλά και οι απελάσεις του ’64 που αλλάζουν τη ζωή των ηρώων και της Πόλης για πάντα. Τα σύννεφα του εθνικισμού θα διαλύσουν την αρμονική συμβίωση των κατοίκων της πόλης. Οι σκέψεις, οι αγωνίες και τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων συγκεντρώνονται στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Οι μνήμες και η νοσταλγία της χαμένης τους πατρίδας θα μείνουν με ανεξίτηλο τρόπο χαραγμένες στον νου τους. Η αγάπη και η ανθρωπιά διαχρονικά έχουν τη δύναμη να ξεπεράσουν κάθε εμπόδιο.
«Μερικοί έχουν συγγενείς στην Ελλάδα, κι όλο και κάποιος δικός τους θα τους περιμένει στο λιμάνι για να τους συντρέξει. Άλλοι δεν έχουν κανέναν, όπως εγώ. Ούτε μπορούν να σκεφτούν πως θα τα βγάλουν πέρα, ή αν θα καταφέρουν ποτέ να ξαναγυρίσουν στην Πόλη. Αν θα μπορέσουν να λησμονήσουν. Πώς άραγε να το κάμουν αυτό; Γι' αυτό και μαύρη είναι η ψυχή τους Ανάθεμα σε αυτούς που αποφασίζουν. Δε νοιάζονται για τον άνθρωπο.» (σελίδα 24)
Παράλληλα πρόκειται για ένα οδοιπορικό στα στενά της Πόλης αλλά και στα στενά του νου και της ψυχής του αφηγητή και κεντρικού ήρωα με την παρουσία μιας αίσθησης νοσταλγίας του αποδεικνύεται μέσω της γλαφυρής περιγραφής και αναφοράς στην κουλτούρα του τόπου, τα αρώματα, τις μυρωδιές του, και γενικότερα την ομορφιά και την αρχοντιά του. Οι περιγραφές αυτές παρασύρουν τον αναγνώστη να μεταφερθεί και εκείνος στα μέρη που διαδραματίζονται τα γεγονότα.
Μέσα από το έργο του συγκροτείται το πορτραίτο της καρδιάς της Πόλης εκείνης της εποχής. Ένα πραγματικό ταξίδι στο Πέρα μιας άλλη εποχής. Εξαιρετικό!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου